Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
Σάβ, 02/13/1999 - 18:28
     
ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΜΟΝΤΕΣΣΟΡΙΑΝΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ-ΜΑΡΙΑΝΝΑ ΒΙΛΔΙΡΙΔΗ

Όλγα Καραγιάννη - Κινητική Αγωγή

Η «κινητικά αδεξιότητα» έχει εδώ και δεκαετίες αναγνωριστεί από πολλούς επιστήμονες (Wall, 1982, Walton, Ellis &  Court, 1962, Anell, 1949). Είναι μια ξεχωριστή  δυσλειτουργία, η οποία σύμφωνα με τον Wall (1982), το κύριο γνώρισμα της κατάστασης  είναι σοβαρή αδεξιότητα σε τόσο μεγάλο βαθμό, ώστε να δημιουργεί προβλήματα στην εκτέλεση πολλών κινήσεων, απαραίτητων στην καθημερινή ζωή του ατόμου. Ένα από τα χαρακτηριστικά της κίνησης είναι η επιδεξιότητα, ο βαθμός δηλαδή, ικανότητας με τον οποίο το παιδί εκτελεί μία κίνηση ή μία κινητική δραστηριότητα, όπως πρέπει σωστά να την εκτελεί, χωρίς δηλαδή απώλεια σε κίνηση και σε χρόνο. Κινητικές δεξιότητες θεωρούνται οι κάθε μορφής κινητικές δραστηριότητες που απαιτούν συντονισμό και έλεγχο μεγάλων και μικρών μυϊκών ομάδων συντονισμό στις αδρές και λεπτές κινήσεις. Αποτελούν βασικό μέρος της ζωής του παιδιού γιατί το βοηθούν να γνωρίσει το περιβάλλον, να ενταχθεί μέσα σε αυτό και να προσαρμοστεί με τον πιο ευχάριστο τρόπο. Κινητική δεξιότητα είναι η ικανότητα του παιδιού να φτάσει στο τελικό αποτέλεσμα με την μεγαλύτερη δυνατή επιτυχία, με τη λιγότερη φυσική, πνευματική κατανάλωση ενέργειας και τον ελάχιστο χρόνο που απαιτείται (Schmidt, 1992). Ο Gallahue (1996) ιεραρχεί τις κινητικές θεμελιακές δεξιότητες με βάση τη στατική κίνηση, τη μετακίνηση και τους χειρισμούς των άκρων (πιάσιμο–πέταγμα αντικειμένου). Κινητικός συντονισμός ονομάζεται ο καθορισμός και συνδυασμός ενεργειών (γνωστικών, σωματικο–κινητικών) ώστε να επιτευχθεί το επιθυμητό  κινητικό αποτέλεσμα, χωρίς απώλειες  χρόνου και ενέργειας και αποφεύγοντας τις συγχύσεις (Riek, Wiiley, 2005, Salter, Wishart, Lee, Simon, 2004, Havercamp, Behring, 1995).

Κινητική αδεξιότητα προσδιορίζει η έλλειψη  καθορισμού και συντονισμού ενεργειών ώστε να επιτευχθεί το επιδιωκόμενο κινητικό αποτέλεσμα (Smith, Zelaznik, 2004, Hadders-Algra, 2003, Henderson, Henderson, 2003, Rodger, Ziviani et al, 2003, Desha, Ziviani & Rodger, 2003, Pless, Carlsoon, Sundelin , Persson, 2002, Pless, Carlsoon, Sundelin, Persson, 2001).

Η θετική σχέση που υπάρχει μεταξύ της κινητικής επιδεξιότητας και των επιθυμητών κοινωνικών χαρακτηριστικών, έχει σαν αποτέλεσμα τα επιδέξια παιδιά να προσαρμόζονται καλύτερα ατομικά και κοινωνικά, τη στιγμή που η φτωχή  κινητική ικανότητα οδηγεί σε χαμηλή καταξίωση και γόητρο μεταξύ των συνομηλίκων και οδηγεί στον εξοστρακισμό  από τα παιχνίδια και την συνομήλικη ομάδα.

Υπάρχουν πολλά παιδιά τα οποία χωρίς να έχουν γνωστά παθολογικά αίτια και ενώ πληρούν τις προϋποθέσεις ένταξής τους στις δραστηριότητες του τυπικού σχολείου ή νηπιαγωγείου, αποτυγχάνουν να αποκτήσουν ή να βελτιώσουν βασικές κινητικές δεξιότητες. Η κατάσταση αυτή εξελίσσεται και οδηγεί τα απιδιά αυτά στην αποφυγή κινητικών δραστηριοτήτων και τα ήδη υπάρχοντα κινητικά προβλήματα να γίνονται ακόμη πιο σοβαρά και εμφανή. Τα κινητικά προβλήματα μέσα από μια αλυσιδωτή σειρά γεγονότων  δημιουργούν άλλα προβλήματα στο παιδί, όπως προβλήματα επικοινωνίας και περιθωριοποίησης.

Στα αδέξια παιδιά παρατηρούνται χαρακτηριστικά προβλήματα, τόσο ως προς τον κινητικό όσο και ως προς τον συναισθηματικό και κοινωνικό τομέα. Ως προς τον κινητικό τομέα παρατηρείται έλλειψη ελέγχου στη δύναμη και την ταχύτητα εκτέλεσης μίας πράξης, διακύμανση στην εκτέλεση διαφορετικών κινητικών δεξιοτήτων με σχετική επιδεξιότητα σε μερικές και σοβαρές δυσκολίες, ενώ σε άλλες αδυναμία εκτέλεσης σε μερικές και σοβαρές δυσκολίες, ενώ σε άλλες αδυναμία εκτέλεσης προσχεδιασμένων ρυθμικών συνεχειών, χαμηλό επίπεδο φυσικής κατάστασης, ελλιπής ισορροπία, χαμηλό επίπεδο κιναισθητικής.

Έχοντας τις προϋποθέσεις του γνωστικού αντικειμένου για την καλλιέργεια της φιλοσοφίας  της « δια βίου άσκησης» με το κατάλληλο προσωπικό, και θέτοντας ξεκάθαρους στόχους ως προς το αποτέλεσμα, το σχολείο μας επέλεξε την εφαρμογή του προγράμματος τένις (mini tennis).

Το σχολείο μας πρώτο στην Ελλάδα, το 1991 εφάρμοσε το πρωτοποριακό πρόγραμμα μύησης παιδιών προσχολικής ηλικίας στο άθλημα του τένις. Με έναυσμα τα αποτελέσματα ερευνών στο κατά πόσο το πρόγραμμα επιδρούσε στην βελτίωση των αντιληπτικοκινητικών  δεξιοτήτων των παιδιών (Καραγιάννη Ο., Βιλδιρίδη Μ., Κωνσταντινίδου,  Ξ ., Γραμματίκα Σ/ Μάιος 1999/ Η επίδραση , στις αντιληπτικοκινητικές ικανότητες, της συμμετοχής παιδιών προσχολικής ηλικίας σε πρόγραμμα εκμάθησης τένις. /7ο Διεθνές Συμπόσιο/ Κομοτηνή)  και τις αναφορές των γονέων κατά πόσο οι μαθητές που αποφοιτούσαν, συνέχιζαν τον Αθλητισμό, το πρόγραμμα αυτό συνεχίστηκε για όλα τα χρόνια λειτουργίας του σχολείου μας.

Φυσική συνέχεια ήταν, το πρόγραμμα αυτό, να το εφαρμόσουν πολλά σχολεία στην Ελλάδα ειδικεύοντας παιδαγωγούς και γυμναστές σε αυτό, η συνεργάτιδα του σχολείου μας Όλγα Καραγιάννη MSc, διδάκτωρ και διδάσκουσα στο Τ.Ε.Φ.Α.Α του Α.Π. Θ από το 1990 μέχρι σήμερα.

Απόρροια του προγράμματος αυτού ήταν και η δημιουργία του πρώτου βιβλίου- παραμυθιού από την κ. Καραγιάννη για τον αθλητισμό με τίτλο ΤΕΝ@ ΝΙΣ εκδόσεις Skarline,  Αθήνα 2012.

Γιατί το παραμύθι, ως φανταστική, αλληγορική διήγηση, αποτελεί στο πέρασμα των χρόνων, μέσο παιδαγωγίας και διαπαιδαγώγησης των παιδιών, στοχεύοντας πάντα στην ηθική διδασκαλία. Η ιδέα της συγγραφής του παραμυθιού αυτού  γεννήθηκε από την επιθυμία για προσέλκυσης παιδιών στον κόσμο του τένις και γενικότερα του αθλητισμού και την ανάγκη των δασκάλων να προσαρμόσουν τον τρόπο διδασκαλίας τους στην συναισθηματική κατάσταση και τον φανταστικό κόσμο των παιδιών. Σκοπός του είναι να παρουσιάσει το άθλημα του τένις με οικείο τρόπο στα παιδιά, οξύνοντας την εσωτερική τους παρακίνηση για ενασχόληση με τον αθλητισμό. Επίσης να προτρέψει τους δασκάλους να στοχαστούν πάνω σε πιθανές παιδαγωγικές πρακτικές, βασισμένες στην ψυχοσύνθεση των μικρών αθλητών.

 Χτίσαμε το πρώτο γήπεδο τένις σε μικρογραφία στην Ελλάδα.