Παράκαμψη προς το κυρίως περιεχόμενο
img
Τετ, 05/12/1993 - 21:54
     
Χωρίς Τοποθεσία

ΤΑ «ΚΑΦΑΒΙΚΑ» ΠΟΡΤΡΕΤΑ ΤΟΥ ΗΛΙΑ ΚΟΝΤΟΖΑΜΑΝΗ

Γνωρίσαμε τον Ηλία ως ζωγράφο πριν από λίγα χρόνια (2014) στην έκθεσή του στη Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης με έργα εμπνευσμένα από την ιστορία της γης της Μακεδονίας, τόπο καταγωγής των προγόνων του. Διακρίναμε τότε το πάθος και τη νοσταλγία του για τις μικρές ιστορίες ενός τόπου που ο ίδιος γνώρισε όψιμα, κυρίως λόγω του διορισμού του ως ανώτατου δικαστικού λειτουργού στη Θεσσαλονίκη, αλλά τις έζησε μέσα από τις μνήμες και τις διηγήσεις των δικών του ανθρώπων. 

Φαίνεται ξεκάθαρα ότι ο μύθος και η ιστορία είναι για τον Ηλία Κοντοζαμάνη, έναν ευαίσθητο και αισθαντικό καλλιτέχνη, το πλέγμα όπου σε αυτό τυλίγεται ένας ολόκληρος κόσμος: αυτός των ονείρων και της δημιουργικής αναπόλησης, όπως και αυτός της καθημερινότητας και του οικείου περιβάλλοντος. 

Στα τωρινά του έργα, μία σειρά πορτρέτων από το χιλιόχρονο Βυζάντιο, βλέπουμε τους βασιλιάδες και τους πρίγκιπες, τους ιερείς και τους άρχοντες μαζί με τους νέους ανθρώπους, που σαν άγγελοι περιτριγυρίζουν στη Βασιλεύουσα, ανάμεσα σε φίλους και εχθρούς. Είναι τα πρόσωπα, που με τη στάση τους και τη συμπεριφορά τους συγκίνησαν τον ζωγράφο μας και τους αποδίδει μέσα στις πολύτιμες φορεσιές τους και με χαρακτηριστικά, ανάλογα με την εσωτερική θεώρηση που ο ίδιος έχει διαμορφώσει γι’ αυτά μέσα στη φαντασία του. Αυτός ο τρόπος θέασης των ιστορικών προσώπων με έκανε να τα χαρακτηρίσω ως «καβαφικά», γιατί ο ίδιος ο ζωγράφος συνδιαλέγεται μαζί τους σε πρώτο πρόσωπο, λες και ο χρόνος έχει απαλειφθεί με τρόπο μαγικό. Φυσικά ο καλλιτέχνης εκμεταλλεύεται τον ιστορικό χρόνο και ο χρωστήρας του πλάθει πρόσωπα ανάλογα με τη θέση τους στην ιστορία, αλλά και ανάλογα από την «εσωτερική στάση» του ίδιου απέναντι σε προσωπικότητες, που συναντά σε κάθε γωνιά και τμήμα της σημερινής Κωνσταντινούπολης. Ανάμεσά τους διακρίνουμε βασιλιάδες και αγίους (όπως ο Βασίλειος Α’ Ο Μακεδών και ο Άγιος Γεώργιος), αρχόντισσες και πατριάρχες (η αρχόντισσα Θεοδοσία και ο πατριάρχης Γεννάδιος ο Σχολάριος), αλλά και ο «Βασίλειος Διγενής Ακρίτας», αρματωμένος, έτοιμος να υπερασπιστεί την αυτοκρατορία. 

Από εικαστική άποψη τα πορτρέτα του Ηλία Κοντοζαμάνη στέκουν μπροστά στο θεατή σαν αρχαίες κολόνες με τις τοπικές πλουμιστές ενδυμασίες, σχηματοποιημένα με ελάχιστες σκιές, όμως είναι ολοζώντανες και κυρίαρχες στο χώρο και με τα χαρακτηριστικά σύγχρονων ανθρώπων, που φαίνεται ότι ο ζωγράφος γνώρισε στις ατελείωτες περιπλανήσεις του στους δρόμους και τα σοκάκια της Πόλης. Τα χρώματα και οι γραμμές πλάθουν πορτρέτα από τη μέση και πάνω σαν τρισδιάστατες προτομές, έτοιμες να «συνομιλήσουν»  με τον θεατή, χάρη στην έκφραση που συνοψίζεται στο βλέμμα τους και τη στάση τους. 

Ο Ηλίας Κοντοζαμάνης υπογράφει με περηφάνια τα έργα του, ενώ στα περισσότερα προσθέτει μέσα στη ζωγραφιά μικρό ή μεγάλο κείμενο, ανάλογα με την περίσταση, έτσι που ο θεατής να υπεισέρχεται στην προσωπικότητα του εικονιζόμενου και μέσα από τις λέξεις. Ο συνδυασμός εικόνας και κειμένου είναι μια παλιά ιστορία. Ο τρόπος αυτός ερμηνεύθηκε ποικιλοτρόπως. Συναντάται κυρίως σε λαϊκούς καλλιτέχνες, όπως στον ζωγράφο του Μακρυγιάννη, και είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα των καλλιτεχνών, όπως και του Ηλία, που αποφεύγουν τα «κενά» στη ζωγραφική επιφάνεια από μία ενδόμυχη ανάγκη να εκφραστούν άμεσα και να ενισχύσουν το διηγηματικό στοιχείο της παράστασης.  Απ΄ την άλλη μεριά το κείμενο μειώνει κάπως την προσωπογραφική διάσταση του εικονιζόμενου, για να τονιστεί η διαχρονική σημασία του. Πάντως είναι πορτρέτα που απευθύνονται στον θεατή με τρόπο οικείο και φιλικό, ιδιότητες που τα καθιστούν πρόσωπα ιδιαίτερα γνώριμα, καθημερινά όσο και απόμακρα, με ευγενικά χαρακτηριστικά, χάρη στον ευαίσθητο χρωστήρα του φίλου Ηλία Κοντοζαμάνη. 

ΜΙΛΤΙΑΔΗΣ ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΑΟΥ
Καθηγητής Ιστορίας της Τέχνης

img