«Βαριέμαι τα βατά πράγματα»
«Οι βατές καταστάσεις δεν την εξιτάρουν, καθώς αναζητά τις προκλήσεις στα δύσκολα. Η υπερβολική της αγάπη για τα παιδιά την οδήγησε στη δημιουργία ενός παιδικού σταθμού και νηπιαγωγείου, μετά από πολυετείς σπουδές και επισταμένη έρευνα πάνω στο αντικείμενο. Η Μαριάννα Βιλδιρίδη, ιδιαίτερα πολυπράγμων στην επαγγελματική της ζωή, συνεχίζει να ονειρεύεται και να σχεδιάζει το μέλλον, χωρίς, όμως, να ξεχνάει ότι το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή είναι να «βελτιώνεσαι ως άνθρωπος, ώστε να αφήσεις κάτι καλό πίσω σου».
Μεγάλωσε σε ένα αυστηρό οικογενειακό περιβάλλον που την όπλισε με πολλές ψυχικές δυνάμεις για να διαγράψει την πορεία της. «Έμαθα να είμαι συνεπής, εργατική, δίκαιη, αλλά και να έχω ανάγκη από πολλή στοργή και τρυφερότητα. Ήμουν τυχερή, με έναν μπαμπά πολύ συναισθηματικό και μια μαμά πολύ αυστηρή, οπότε υπήρχε ισορροπία».
Το όνειρό της ήταν να ασχοληθεί με τα παιδιά. Τα καλοκαίρια, στη γειτονιά, έπαιζε την μπέιμπι σίτερ. ΄Αγαπώ πολύ τον άνθρωπο και μου αρέσει να παίζω. Δεν έχω μετανιώσει ούτε λεπτό για την επιλογή μου. Όλη η αρνητική ενέργεια φεύγει, κοιτώντας τα ανέμελα παιδικά χαμόγελα και λέω: «Μαριάννα προχώρα παρακάτω».

Τελειώνοντας το σχολείο, σπουδάζει Γαλλική Φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο και Ιστορία Τέχνης και Θεάτρου στη Σορβόνη. Επιστρέφει στην Ελλάδα, κάνει μεταπτυχιακό στη Βυζαντινή Ιστορία και στα 25 της παντρεύεται. Η πρώτη της δουλειά είναι καθηγήτρια σε φροντιστήριο ξένων γλωσσών, ενώ, παράλληλα, δουλεύει στο μεταφραστικό τμήμα και τις δημόσιες σχέσεις της ΔΕΘ, στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου. Στη συνέχεια τελειώνει την Παιδαγωγική κατά Μοντεσσόρι στο Λονδίνο.
«Μερικά πράγματα είναι μεταφυσικά, σημαδιακά. Το είχα διαβάσει, το είχα ακούσει κάπου και μου σφηνώθηκε στο μυαλό. Είπα στους γονείς μου ότι θέλω να γίνω Μοντεσσοριανή παιδαγωγός και το έκανα». Πρόσφατα παίρνει το μεταπτυχιακό της ως ειδική παιδαγωγός, από τη Γερμανία, και φέτος ολοκληρώνει το διδακτορικό της πάνω στην ανάγνωση και γραφή κατά την προσχολική ηλικία, στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Σε ηλικία 33 ετών, ανοίγει τη «Σύγχρονη Μοντεσσοριανή Εκπαίδευση». Στο μεσοδιάστημα αφιερώνεται στο μεγάλωμα της κόρης της. Εντούτοις, όπως εξομολογείται, νιώθει ακόμα τύψεις για το ότι αφιέρωσε περισσότερο χρόνο στη δουλειά της.
«Ηξερα ότι δεν ήθελα να κάθομαι σπίτι και να αναλώνομαι. Έπληττα. Ήθελα να προσφέρω στο συνάνθρωπο. Να κάνω κάτι στο οποίο θα δουλεύει το μυαλό, αλλά κυρίως η καρδιά μου. Θέλησα, όμως, να μεγαλώσω εγώ την κόρη μου. Παρόλα αυτά έχω τύψεις που την άφησα. Η μέρα έχει 24 ώρες και δεν είναι δυνατόν να είμαστε σε όλα τέλειοι. Ευτυχώς, η τελειομανία μου, μού υπαγόρευσε να κάνω μόνο ένα παιδί. Υπήρχε, όμως, και συμπαράσταση από τον άντρα μου. Χωρίς αυτόν δε θα κατάφερνα κάποια πράγματα».
Μιλάει με πάθος για τη δουλειά της και διαρκώς επανέρχεται στα θετικά που αποκόμισε από την επαγγελματική της ενασχόληση με τα μικρά παιδιά. «Μεγαλώνοντας ένα παιδί μπορείς να δεις τη ζωή σου από την αρχή, αναθεωρημένη. Αισθάνεσαι μαζί τους όλα τα συναισθήματα, περνάς όλα τα στάδια που πέρασες μικρός, ξυπνάει η μνήμη σου. Όλους μας ενδιαφέρει να αφήσουμε κάτι καλύτερο. Το παιδί είναι ελπίδα, αισιοδοξία, όραμα. Μαζί με αυτά βελτιωνόμαστε κι εμείς, μεστώνουμε. Κανένας μας ποτέ δε μεγάλωσε τελικά. Όλοι είμαστε ανήλικοι -ενήλικες΄΄.
Η απορία που γεννιέται μετά από κάποια ώρα συζήτησης, είναι εύλογη. Γιατί δεν ασχολήθηκε με τη δουλειά του συζύγου της -είναι κοσμηματοπώλης- μια δουλειά στρωμένη, με τον κύκλο της;Δε μου άρεσε ποτέ το εμπόριο. Μου αρέσει να είμαι κομψή, αλλά όχι να ασχολούμαι με αυτήν τη λάμψη, τη διανθισμένη ματαιότητα. Ξεκίνησα αυτό που αγαπούσα από μωρό παιδί. Φαίνεται ότι μου αρέσουν τα δύσκολα και τα διαλέγω χωρίς να το θέλω. Ίσως γιατί μου προκαλούν το ενδιαφέρον. Τα βατά πράγματα τα βαριέμαι, θέλω να ανακαλύψω κάτι καινούργιο, είμαι ανήσυχη. Αυτό μπορεί να το πληρώσεις ακριβά».
Ένα τυπικό 24ωρο ξεκινάει στις 7.30 το πρωί και τελειώνει αργά το βράδυ. Όλα τα θέματα του σχολείου περνούν από τα χέρια της. Συνήθως δουλεύει και τα Σαββατοκύριακα, που τα αφιερώνει στη διοργάνωση διαφόρων πολιτιστικών και αθλητικών εκδηλώσεων για «τα παιδιά »ης" τους μαθητές. Η αγαπημένη της, όμως, ώρα είναι μετά τα μεσάνυχτα. «Είναι η απόλυτα δική μου ώρα, τότε που σχεδιάζω τι έχω να κάνω την επόμενη μέρα. Περιφέρομαι στο σπίτι και βλέπω την κόρη μου και τον άντρα μου να κοιμούνται. Αν δεν το κάνω, δεν μπορώ να κοιμηθώ. Νιώθω πληρότητα, εσωτερική γαλήνη».